ιμάντας

Grec

Étymologie

Du grec ancien ἱμάς, himás.

Nom commun

Cas Singulier Pluriel
Nominatif ο  ιμάντας οι  ιμάντες
Génitif του  ιμάντα των  ιμάντων
Accusatif το(ν)  ιμάντα τους  ιμάντες
Vocatif ιμάντα ιμάντες
τμήμα ιμάντα που μεταδίδει κίνηση μηχανής

ιμάντας (imándas) \i.ˈman.das\ masculin

  1. (Mécanique) Courroie.
    • στις περισσότερες σύγχρονες μοτοσυκλέτες χαμηλού κυβισμού η κίνηση μεταδίδεται με ιμάντα και όχι με αλυσίδα

Références

  • Cet article utilise des informations de l’article du Wiktionnaire en grec, sous licence CC-BY-SA-3.0 : ιμάντας.
Cet article est issu de Wiktionary. Le texte est sous licence Creative Commons - Attribution - Partage dans les Mêmes. Des conditions supplémentaires peuvent s'appliquer aux fichiers multimédias.